Αφιέρωση

Αφιέρωση
Γράφει η Αργυρώ Χ.

Σαν εχθές 20 Οκτωβρίου ήταν του Αγίου Γερασίμου, ημέρα της ονομαστικής εορτής του αγαπητού μου πατέρα, ο οποίος εδώ και μερικά χρόνια δεν βρίσκεται ανάμεσά μας, γιατί το Μάιο του 2007 αποφάσισε να ξεκινήσει το μεγάλο ταξίδι για την αιωνιότητα. 



Έτσι δεν πρόλαβε να δει το τόπο στον οποίο ρίζωσαν οι γονείς του, μετά το διωγμό των Ελλήνων από τη Μικρά Ασία, και εκείνος γεννήθηκε, μεγάλωσε και δημιούργησε την οικογένειά του, να παραδίδεται από τους διαχειριστές της εξουσίας  σε άσπονδους φίλους και εχθρούς, που τώρα ονομάζονται, εταίροι και δανειστές.

Το παρακάτω κείμενο είναι μία αφιέρωση στη μνήμη του πατέρα, του οικοδόμου, που μαζί με άλλους ακούραστους εργάτες τους έλαχε ο κλήρος να ανοικοδομήσουν τη μεταπολεμική Ελλάδα, μετά τη λαίλαπα του Β' Παγκοσμίου Πολέμου και του Εμφυλίου.

Την ιδέα για να γράψω αυτό το κείμενο μου την έδωσε τόσο η παραπάνω φωτογραφία που, τυχαία, βρήκα στο Τι λες τώρα; σε ένα αφιέρωμα με σπάνιες φωτογραφίες από τη καθημερινότητα των Ανθρώπων της περιόδου 1950-1965, όσο και η δική μου συναισθηματική φόρτιση για τη  πολιτική κατάσταση της Πατρίδας μας, όπως αυτή διαμορφώθηκε μετά τη ψήφιση του Τρίτου Μνημονίου.  Αλλά και η εκπληκτική ομοιότητα του ανθρώπου που φτυαρίζει το χαρμάνι με τον πατέρα μου ! 

 Το κείμενο , αρχικά, αναρτήθηκε στο Facebook , στις 19/7/2015 και στο blog μου ΠΟΙΗΣΗ, στις 27/7/2015                                              
                                                   *********

Σαν να βλέπω το πατέρα μου,Γεράσιμο : με το μαντήλι , το μυστρί , πάνω στη σκαλωσιά να δουλεύει ατελείωτες ώρες, από νύχτα σε νύχτα, να φτυαρίζει το χαρμάνι για να φτιάξει μπετόν ,μαζί με άλλους σαν και αυτόν οικοδόμους, για να κτίσουν την κατεστραμμένη, μετά τη γερμανική κατοχή και τον εμφύλιο πόλεμο, Ελλάδα.
Θυμάμαι τις ιστορίες της κατοχής που μου έλεγε τα βράδια του χειμώνα, όταν , για μήνες, δεν είχε δουλειά στην οικοδομή. Όλα αυτά που βίωσε κατά τη γερμανική κατοχή, εκεί στη Καλλιθέα (Τζιτζιφιές), στις προσφυγικές πολυκατοικίες, στο τόπο που γεννήθηκα: τη πείνα και τον εξευτελισμό της ανθρώπινης αξιοπρέπειας από τους κατακτητές.
Όταν μικρό παιδί, δωδεκάχρονο , μαζί με τα αδέλφια του και άλλα παιδιά πήγαιναν να μαζέψουν ξύλα στο Βουνό Τρελός (Υμηττός) για να τα πουλήσουν και έτσι να εξοικονομήσουν το φαγητό της ημέρας: πλιγούρι και σκουπάλευρο, στη καλύτερη περίπτωση.
Τους ανθρώπους με τις τυμπανισμένες κοιλιές, που γύριζε το κάρο και τους μάζευε. Τα πεινασμένα παιδιά που έβαζαν οι κατακτητές, διασκεδάζοντας την ανία τους, να μαλώνουν μεταξύ τους πετώντας τους ένα κομμάτι μουχλιασμένο ψωμί.
Τα μπλόκα και τις εκτελέσεις του άμαχου πληθυσμού σε αντίποινα για τη δράση της εθνικής αντίστασης. Τους κουκουλοφόρους καταδότες, τους μαυραγορίτες, τον εμφύλιο σπαραγμό και άλλα πολλά.
Μέσα από αυτά τα δεινά και με την ελπίδα για ένα καλύτερο μέλλον κτίστηκε η Ελλάδα, που σήμερα, παραδίδεται και πάλι στα χέρια των κατακτητών, για άλλη μια φορά, με την υπογραφή των Μνημονίων που θα μας εξαθλιώσουν .
Με έμαθες, πατέρα, να έχω αξιοπρέπεια, να τηρώ το λόγο μου και την υπογραφή μου, όπως έκανες και εσύ πάντα στη ζωή σου.
Το ΟΧΙ στα Μνημόνια της εξαθλίωσης, το οφείλω στη ΜΝΗΜΗ σου!
Αργυρώ Χατζηπαναγιώτου


Σχόλια

Δημοφιλείς αναρτήσεις από αυτό το ιστολόγιο